- θεσμοθεσίας
- θεσμοθεσίᾱς , θεσμοθεσίαoffice offem acc plθεσμοθεσίᾱς , θεσμοθεσίαoffice offem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.